For more than twenty (20) years Pataki Publications has been working with dedication for the creation of the Large Electronic Dictionary of Modern Greek Language - Pataki (LEDMGL-P).
{τεχνολ., αθλ.}
1)
α.
Μεταφορικό μέσο, σχετικά ελαφρό, συνήθως ατομικό και δίτροχο (σε μερικά είδη τρίτροχο), το οποίο κινείται διαθέτοντας μηχανισμό με γρανάζια, ο οποίος μεταδίδει στους τροχούς την περιστροφική κίνηση που δημιουργεί ο αναβάτης με τα πόδια του σε δύο πετάλια
β.
(ειδικότ.)β1.
τρίτροχο ποδήλατο & τρίκυκλο ποδήλατοΠοδήλατο (βλ. σημ. 1α) που διαθέτει τρεις ρόδες και στη συνηθέστερη μορφή του έχει δύο ρόδες στο πίσω μέρος του και μία ρόδα στο μπροστινό, η οποία στρίβει μαζί με το τιμόνι
β2.
διπλό ποδήλατοΠοδήλατο (βλ. σημ. 1α) που διαθέτει δύο καθίσματα, τα οποία διαθέτουν και τα δυο τους πετάλια, ώστε ο οδηγός (εκείνος που καθορίζει την πορεία) και ο συνοδηγός να ποδηλατούν (στην περίπτωση του ποδηλάτου που έχει δύο ρόδες τα καθίσματα αυτά είναι το ένα πίσω από το άλλο, ενώ υπάρχει και η περίπτωση τρίτροχου ποδηλάτου τα καθίσματα του οποίου είναι το ένα δίπλα στο άλλο και το οποίο χρησιμοποιείται για θεραπευτικούς λόγους, π.χ. για εκγύμναση ανθρώπου με κινητικα προβλήματα)
β3.
(παιδικό) ποδήλατοΜικρό, κοντό ποδήλατο (βλ. σημ. 1α) ιδανικό για το ύψος παιδιών και νηπίων· συνήθ. πουλιέται μαζί με βοηθητικές ρόδες ή σπανιότ. είναι τρίτροχο
β4.
ηλεκτρικό ποδήλατοΠοδήλατο (βλ. σημ. 1α) στο οποίο η κίνηση που προέρχεται από τα πετάλια ενισχύεται από ηλεκτροκινητήρα με (επαναφορτιζόμενη) μπαταρία· για να θεωρείται απ’ τη νομοθεσία ένα όχημα ως ηλεκτρικό ποδήλατο, θα πρέπει να μην μπορεί να κινηθεί χωρίς να περιστρέφει κάποιος παράλληλα το πετάλι και η υποβοήθηση που προσφέρει ο κινητήρας πρέπει να σταματά σε κάποιο όριο ταχύτητας (για την Ελλάδα το όριο αυτό είναι 25 χμ./ ώρα)· η οδήγηση ηλεκτρικού ποδηλάτου γίνεται χωρίς να απαιτείται άδεια οδήγησης και κυκλοφορίας (Δεκέμβριος 2023)
β5.
ποδήλατο τάντεμ Βλ. τάντεμ2)
(κατ’ επέκτ.)α.
ποδήλατο γυμναστικής & στατικό/ σταθερό ποδήλατοΌργανο γυμναστικής που συνήθ. μοιάζει με ποδήλατο (βλ. σημ. 1α), έχει πετάλια, αλλά δε διαθέτει τροχούς· γυμνάζει κυρίως τους μυς των κάτω άκρων
β.
(θαλάσσιο) ποδήλατο & ποδήλατο θαλάσσηςΌχημα, κυρίως πλαστικό, που κινείται με πετάλια στην επιφάνεια του νερού και χρησιμοποιείται για λόγους αναψυχής ή άσκησης
–υποκορ. το ποδηλατάκι (ΟοIΙ2.3) .