For more than twenty (20) years Pataki Publications has been working with dedication for the creation of the Large Electronic Dictionary of Modern Greek Language - Pataki (LEDMGL-P).
1)
α.
{ιατρ., κτηνιατρ., φαρμ., γεωπ.}α1.
(για φάρμακο, ουσία, χημειοθεραπευτικό μέσο κτλ.)Που χορηγείται για τη χημειοθεραπευτική καταπολέμηση ή πρόληψη βακτηριακών λοιμώξεων, ενώ σε σπάνιες περιπτώσεις μπορεί να είναι αποτελεσματικός εναντίον λοιμώξεων από ευκαρυωτικούς μικροοργανισμούς· λειτουργεί είτε εξολοθρεύοντας τα βακτήρια είτε αναστέλλοντας την ανάπτυξή τους
(πρβ. αντιβακτηριδιακός, αντιμικροβιακός)α2.
(κατ’ επέκτ.) (για ιδιότητα, δράση κτλ.)Που είναι σχετικός με κάποιο φάρμακο, αγωγή κτλ. για τη χημειοθεραπευτική καταπολέμηση ή πρόληψη βακτηριακών λοιμώξεων
(πρβ. αντιβακτηριδιακός, αντιμικροβιακός)α3.
το αντιβιοτικό (ως ουσ.)Η δραστική ουσία η οποία λειτουργεί χημειοθεραπευτικά είτε εξολοθρεύοντας τα βακτήρια (και σπανιότ. άλλους ευκαρυωτικούς μικροοργανισμούς) είτε αναστέλλοντας την ανάπτυξή τους· (συνεκδ.) το φαρμακευτικό προϊόν που την περιέχει, η αντιβίωση
β.
(καταχρ.)Που λειτουργεί βοηθητικά στην καταπολέμηση ή την πρόληψη λοιμώξεων είτε αυτές προέρχονται από βακτήρια είτε από πρωτόζωα είτε από μύκητες είτε από ιούς
(πρβ. αντιμικροβιακός)2)
{πληροφ.} (καταχρ.)α.
(αντί για το ορθότερο «αντιικός») (για πρόγραμμα)Που σχεδιάστηκε έτσι, ώστε να μπορεί να ανιχνεύει την παρουσία ενός ιού στο σύστημα· ανιχνεύει τον ιό ελέγχοντας για ασυνήθεις προσπελάσεις ζωτικών περιοχών του δίσκου και των αρχείων του συστήματος, καθώς επίσης και ψάχνοντας για ιούς που έχουν ήδη γίνει γνωστοί
β.
το αντιβιοτικό (ως ουσ.)Το αντιικό πρόγραμμα
(ΣΥΝ αντιιός)

