Lemma of the week

Χρήσεις-Φράσεις Ανάπτυξη

αντιβιοτικός [a(n)diviotikós], -ή, -ό (επ. (ΕI1.1) ).

1)

α.

{ιατρ., κτηνιατρ., φαρμ., γεωπ.}

α1.

(για φάρμακο, ουσία, χημειοθεραπευτικό μέσο κτλ.)

Που χορηγείται για τη χημειοθεραπευτική καταπολέμηση ή πρόληψη βακτηριακών λοιμώξεων, ενώ σε σπάνιες περιπτώσεις μπορεί να είναι αποτελεσματικός εναντίον λοιμώξεων από ευκαρυωτικούς μικροοργανισμούς· λειτουργεί είτε εξολοθρεύοντας τα βακτήρια είτε αναστέλλοντας την ανάπτυξή τους

(πρβ. αντιβακτηριδιακός, αντιμικροβιακός)
Χρήσεις
αντιβιοτική λοσιόν/ αλοιφή |
Η θεραπεία της ωτίτιδας γίνεται με τα κατάλληλα αντιβιοτικά φάρμακα

αντιβιοτική θεραπεία |
Η αντιβιοτική αγωγή πρέπει να ολοκληρώνεται, γιατί υπάρχει κίνδυνος υποτροπής της λοίμωξης

α2.

(κατ’ επέκτ.) (για ιδιότητα, δράση κτλ.)

Που είναι σχετικός με κάποιο φάρμακο, αγωγή κτλ. για τη χημειοθεραπευτική καταπολέμηση ή πρόληψη βακτηριακών λοιμώξεων

(πρβ. αντιβακτηριδιακός, αντιμικροβιακός)
Χρήσεις
αναζήτηση νέων και πιο αποτελεσματικών φαρμάκων με αντικαρκινική και αντιβιοτική δράση

α3.

το αντιβιοτικό (ως ουσ.)

Η δραστική ουσία η οποία λειτουργεί χημειοθεραπευτικά είτε εξολοθρεύοντας τα βακτήρια (και σπανιότ. άλλους ευκαρυωτικούς μικροοργανισμούς) είτε αναστέλλοντας την ανάπτυξή τους· (συνεκδ.) το φαρμακευτικό προϊόν που την περιέχει, η αντιβίωση

Χρήσεις
χορήγηση/ λήψη αντιβιοτικών

αντιβιοτικό ευρέος φάσματος (= που μπορεί να χρησιμοποιηθεί εναντίον ενός ευρέος φάσματος βακτηριακών λοιμώξεων) |
Το αντιβιοτικό τού προκάλεσε αλλεργική αντίδραση και τον πήγαν στο νοσοκομείο με δύσπνοια
Ο γιατρός τής έδωσε αντιβιοτικά για τη θεραπεία της κολπίτιδας
Η αλόγιστη χρήση αντιβιοτικών αποδυναμώνει την αποτελεσματικότητά τους, καθώς επιταχύνει τη διάδοση της βακτηριακής αντίστασης για το συγκεκριμένο αντιβιοτικό
Ο Αλεξάντερ Φλέμινγκ ανακάλυψε το πρώτο αντιβιοτικό, την πενικιλίνη

β.

(καταχρ.)

Που λειτουργεί βοηθητικά στην καταπολέμηση ή την πρόληψη λοιμώξεων είτε αυτές προέρχονται από βακτήρια είτε από πρωτόζωα είτε από μύκητες είτε από ιούς

(πρβ. αντιμικροβιακός)
Χρήσεις
Πολλές τροφές, όπως το σκόρδο, έχουν αντιβιοτικές ιδιότητες
Ο γιατρός τής χορήγησε ένα φάρμακο με έντονη αντιβιοτική δράση

2)

{πληροφ.} (καταχρ.)

α.

(αντί για το ορθότερο «αντιικός») (για πρόγραμμα)

Που σχεδιάστηκε έτσι, ώστε να μπορεί να ανιχνεύει την παρουσία ενός ιού στο σύστημα· ανιχνεύει τον ιό ελέγχοντας για ασυνήθεις προσπελάσεις ζωτικών περιοχών του δίσκου και των αρχείων του συστήματος, καθώς επίσης και ψάχνοντας για ιούς που έχουν ήδη γίνει γνωστοί

Χρήσεις
Είναι απαραίτητη η εγκατάσταση στον υπολογιστή ενός καλού αντιβιοτικού προγράμματος, για να είναι προστατευμένος από εχθρικό λογισμικό

β.

το αντιβιοτικό (ως ουσ.)

Το αντιικό πρόγραμμα

(ΣΥΝ αντιιός)
Χρήσεις
Έκανε ελέγχους στον υπολογιστή του με ένα αντιβιοτικό που αγόρασε και τον καθάρισε από τους ιούς που είχε κολλήσει

[ΕΤΥΜ διεθν.:^ < αγγλ. antibiotic + -ος (προσαρμ.) || antibiotic < antibio(sis) + -tic | antibiosis (βλ. αντιβίωση), -tic < ελλην. -τικός· η σημ. 2 είναι απόδ. του αγγλ. antivirus^ Το ουσ. αντιβιοτικό < επ. αντιβιοτικός με ουσιαστικοποίηση μέσω μετατροπής].

For more than twenty (20) years Pataki Publications has been working with dedication for the creation of the Large Electronic Dictionary of Modern Greek Language - Pataki (LEDMGL-P).

Please visit our subscription terms page for more information.

You can request a reset of your password.