Οι Εκδόσεις Πατάκη για περισσότερα από είκοσι έξι (26) χρόνια εργάζονται με αφοσίωση για τη δημιουργία του Μεγάλου Ηλεκτρονικού Λεξικού της Νεοελληνικής Γλώσσας – Πατάκη (ΜΗΛΝΕΓ-Π).
Χρήσεις-Φράσεις Ανάπτυξη
Μανολιός 
[κύριο, βαφτιστικό] [manoʎós], ο (ουσ. ΟαIV1.2).
Λαϊκότροπη και οικεία μορφή του ανδρικού ονόματος Εμμανουήλ
Ο Μανολιός είχε μεγάλα κέφια χθες το βράδυ
ΠΑΡΟΙΜ
Άλλαξε ο Μανολιός κι έβαλε τα ρούχα του αλλιώς
για αλλαγή που είναι μόνο επιφανειακή


